ανθρωπομορφία

ανθρωπομορφία
η (Α ἀνθρωπομορφία)
νεοελλ.
η μορφολογική ομοιότητα ορισμένων ζώων ή φυτών προς τον άνθρωπο
αρχ.
η ανθρώπινη μορφή.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • ανθρωπομορφικός — ή, ό 1. ο σχετικός με την ανθρωπομορφία 2. ο σχετικός με τον ανθρωπομορφισμό. [ΕΤΥΜΟΛ. < άνθρωπος + μορφικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1865 στον Αλ. Καραθεοδωρή] …   Dictionary of Greek

  • ανθρωπομορφισμός — ο και ανθρωπομορφία, η απόδοση στο θεό μορφής και ιδιοτήτων ανθρώπου: Την αρχαία ελληνική θρησκεία τη χαρακτήριζε ανθρωπομορφισμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”